ηθογράφημα

ηθογράφημα
το [ηθογραφώ]
λογοτεχνικό κυρίως ή, κατ' επέκτ., και καλλιτεχνικό έργο που περιγράφει ήθη, έθιμα και χαρακτήρες προσώπων ή απεικονίζει σκηνές τού καθημερινού βίου ενός ατόμου ή λαού σε ορισμένο τόπο και εποχή.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ηθογράφημα — το, ατος λογοτεχνικό ή καλλιτεχνικό έργο, όπου περιγράφονται ήθη, έθιμα, χαρακτήρες προσώπων, ή απεικονίζονται σκηνές της καθημερινής ζωής ενός λαού σε ορισμένο τόπο και εποχή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”